
Μια ανάλυση ενός μεγάλου αριθμού γυναικών πρότεινε ότι εκείνες που χρησιμοποιούν διφωσφονικά, φάρμακα δηλαδή που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της οστεοπόρωσης και άλλων ασθενειών που σχετίζονται με απώλεια οστού, έχουν μειωμένο κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου. Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Cancer, της American Cancer Society.
Οι ερευνητές του Τμήματος Επιστημών Δημόσιας Υγείας στο Henry Ford Health System στο Ντιτρόιτ, χρησιμοποίησαν ερωτηματολόγια που ήταν μέρος της μελέτης του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου για τον προσυμπτωματικό έλεγχο του καρκίνου του προστάτη, του πνεύμονα, του παχέος εντέρου και των ωοθηκών (PLCO), ώστε να ελεγχθεί η υπόθεση ότι τα διφωσφονικά μπορούν να μετριάσουν τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου.
Μετά από συνυπολογισμό παραγόντων όπως η ηλικία, η φυλή, το ιστορικό λήψης ορμονικής θεραπείας, το κάπνισμα, και ο δείκτης μάζας σώματος, από τις 23.485 γυναίκες που περιλήφθηκαν στην ανάλυση, εκείνες που έλαβαν διφωσφονικά είχαν τις μισές πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του ενδομητρίου. Υπήρξαν 77 περιπτώσεις καρκίνου του ενδομητρίου στην ομάδα που δεν είχε χρησιμοποιήσει ποτέ διφωσφονικά και 20 στην ομάδα χρηστών. Το 92% των γυναικών ήταν λευκές, μη–ισπανόφωνες.
“Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι τα διφωσφονικά μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο ορισμένων μορφών καρκίνου, αλλά αυτή είναι η πρώτη που δείχνει ότι μπορεί επίσης να μειωθεί ο κίνδυνος για καρκίνο του ενδομητρίου,” τόνισαν οι ερευνητές. «Αυτή η μελέτη δείχνει ότι οι γυναίκες που χρειάζονται φαρμακευτική ενίσχυση των οστών και που έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του ενδομητρίου μπορεί να επιλέξουν διφωσφονικά.”
Η μελέτη ανέλυσε τα στοιχεία μόνο για ορισμένα διφωσφονικά, εκείνα που περιέχουν άζωτο (π.χ. alendronate, risedronate κ.ά.), τα οποία έχουν αποδειχθεί ότι έχουν αντικαρκινικές ιδιότητες. Αυτοί οι παράγοντες χρησιμοποιούνται επίσης ως καταπραϋντική θεραπεία για ασθενείς με μεταστάσεις στα οστά. Υπάρχουν προκλινικές ενδείξεις ότι αυτά τα φάρμακα παρουσιάζουν αποτελεσματικότητα κατά των όγκων, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής του πολλαπλασιασμού, της αγγειογένεσης και της προσκόλλησης των καρκινικών κυττάρων. Στο εργαστήριο, τα διφωσφονικά έχουν επίσης δειχθεί ότι μεταβάλλουν το μικροπεριβάλλον του όγκου και προάγουν τον θάνατο των καρκινικών κυττάρων. “Είναι πλέον σαφές ότι αυτά τα φάρμακα, ιδιαίτερα εκείνα που περιέχουν άζωτο, επηρεάζουν επίσης τα καρκινικά κύτταρα,” έγραψαν οι συγγραφείς.
Ο καρκίνος του ενδομητρίου συνήθως διαγιγνώσκεται σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες στα 60 και 70 τους, κατά το χρόνο της μείωσης της οστικής πυκνότητας. Ευθύνεται για σχεδόν το 50% των γυναικολογικών καρκίνων που διαγιγνώσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, και είναι η τέταρτη πιο συχνή μορφή καρκίνου στις γυναίκες.
“Χρειάζονται πρόσθετες μελέτες ώστε να συμπεριλάβουν και άλλους παράγοντες κινδύνου, καθώς και μεγαλύτερο δείγμα, έτσι ώστε η σχέση των διφωσφονικών με τον καρκίνο του ενδομητρίου να εκτιμηθεί με μεγαλύτερη βεβαιότητα,” είναι το συμπέρασμα των ερευνητών.
Το δικό μας συμπέρασμα είναι ότι τα διφωσφονικά, μια θεραπευτική κατηγορία με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα και ασφάλεια στην αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης, αλλά και με χαμηλό κόστος λόγω της πληθώρας γενοσήμων σκευασμάτων, μπορούν και εξακολουθούν να είναι όχι απλά χρήσιμα, αλλά μάλλον, θεραπεία πρώτης επιλογής στην πρόληψη καταγμάτων.