Η Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων για τα Φαρμακευτικά Προϊόντα για Ανθρώπινη Χρήση (CHMP) ολοκλήρωσε την ανασκόπηση των GLP-1 βασιζομένων θεραπειών για το σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Η επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι:
προς το παρόν, τα διαθέσιμα στοιχεία δεν επιβεβαιώνουν τις πρόσφατες ανησυχίες για αυξημένο κίνδυνο παγκρεατικών ανεπιθύμητων ενεργειών με αυτά τα φάρμακα.
Η αύξηση του διαβήτη τύπου 2 είναι μια μεγάλη πρόκληση για τη δημόσια υγεία. Οι βασιζόμενες στο GLP-1 θεραπείες είναι αποτελεσματικές. Ο όρος “GLP-1 βασιζόμενες θεραπείες” περιλαμβάνει δύο κατηγορίες φαρμάκων: τους GLP-1 αγωνιστές και τους αναστολείς του ενζύμου DPP-4.
Η αναθεώρηση αυτών των φαρμάκων άρχισε μετά τη δημοσίευση μιας μελέτης που αναφέρει αυξημένο κίνδυνο παγκρεατίτιδας και κυτταρικές αλλαγές του τύπου της μεταπλασίας του παγκρεατικού πόρου σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 που έλαβαν θεραπεία με σκευάσματα των παραπάνω κατηγοριών. Τα ευρήματα βασίστηκαν στην εξέταση ενός μικρού αριθμού δειγμάτων παγκρεατικού ιστού που προέρχονταν από δωρητές οργάνων με και χωρίς σακχαρώδη διαβήτη.
Μετά την επανεξέταση της δημοσίευσης και διαβούλευση με την επιτροπή εμπειρογνωμόνων, η CHMP έκρινε ότι η ίδια η μελέτη είχε μια σειρά από μεθοδολογικούς περιορισμούς και πιθανές πηγές μεροληψίας, με πιο σημαντικές τις διαφορές μεταξύ των ατόμων σε σχέση με την ηλικία, το φύλο, τη διάρκεια της νόσου και τις θεραπείες, οι οποίες δυσχεραίνουν την ουσιαστική ερμηνεία των αποτελεσμάτων.
Η CHMP έκρινε επίσης, μετά από εξέταση όλων των διαθέσιμων μη-κλινικών και κλινικών δεδομένων, ότι δεν υπάρχει καμία αλλαγή σχετικά με τους παγκρεατικούς κινδύνους που σχετίζονται με τη χρήση των GLP-1 βασιζομένων θεραπειών.
Ένας μικρός αριθμός περιπτώσεων παγκρεατίτιδας έχει αναφερθεί σε κλινικές δοκιμές. Επιπλέον, μέσα από αυθόρμητες αναφορές, έχει παρατηρηθεί ένας σημαντικός αριθμός περιπτώσεων, αν και αυτές πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή. Όσον αφορά στον καρκίνο του παγκρέατος, τα δεδομένα από κλινικές μελέτες δεν δείχνουν αυξημένο κίνδυνο με αυτά τα φάρμακα. Ωστόσο, ο αριθμός των συμβάντων είναι πολύ μικρός για να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα.
Αρκετές μελέτες σχεδιάζονται ή βρίσκονται σε εξέλιξη, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων μελετών που στοχεύουν στην αύξηση της ικανότητας να κατανοηθούν και να ποσοτικοποιηθούν οι κίνδυνοι που συνδέονται με αυτά τα φάρμακα, συμπεριλαμβανομένης και της εμφάνισης παγκρεατίτιδας και καρκίνου του παγκρέατος.
Επιπλέον, δύο μεγάλες ανεξάρτητες μελέτες έχουν δρομολογηθεί ήδη από το 2011 για να μελετηθεί το προφίλ κινδύνου της θεραπείας του διαβήτη σε γενικές γραμμές, και πιο συγκεκριμένα το προφίλ κινδύνου σε σχέση με το πάγκρεας. Τα πρώτα αποτελέσματα των μελετών αυτών, τα οποία χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναμένονται την άνοιξη του 2014. Εν τω μεταξύ, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων εξακολουθεί να παρακολουθεί στενά και να αξιολογεί όλες τις πληροφορίες που καθίστανται διαθέσιμες γι’ αυτά τα φάρμακα για να εξασφαλιστεί ότι η σχέση οφέλους-κινδύνου παραμένει θετική.