KIN: 6986 561 707

Ενδότερα

Ενδότερα

Στόχος μου είναι να εμβαθύνω στο ιστορικό και τα προβλήματα των ασθενών μου, προσφέροντας τις βέλτιστες δυνατές λύσεις για την υγεία τους

Τηλ. Ραντεβού: 14500
Κινητό: 6986 561 707

Email: bountouvis@gmail.com

Νικόλαος Μπουντουβής, Ενδοκρινολόγος
Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Πειραιά "Μεταξά" Ενδοκρινολογικό Τμήμα
Μπόταση 51, T.K. 18537, Πειραιάς

Άνοιγμα σε Google Maps
  • ΑΡΧΙΚΗ
  • ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
  • ΠΑΡΑΚΕΝΤΗΣΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ
  • ΝΕΑ
  • Αρχική
  • Άρθρα που αναρτήθηκαν από endotera
  • Σελίδα 12
7 Νοεμβρίου 2025

Συγγραφέας: endotera

Οστεοπόρωση: επιλογή & βέλτιστη διάρκεια της θεραπείας

Τετάρτη, 28 Αυγούστου 2013 από endotera

Οι νέες συστάσεις (2013) της NOGG του Ηνωμένου Βασιλείου για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες καθώς και σε άνδρες άνω των 50 ετών που δημοσιεύθηκαν στο Maturitas.

Θεραπεία της οστεοπόρωσης

Τα φάρμακα που έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τον κίνδυνο σπονδυλικών καταγμάτων (και κατάγματος ισχίου σε ορισμένες περιπτώσεις) περιλαμβάνουν τα διφωσφονικά, το denosumab, την τεριπαρατίδη, τους εκλεκτικούς τροποποιητές των οιστρογονικών υποδοχέων SERMs (ραλοξιφαίνη, βαζεδοξιφαίνη) και το ρανελικό στρόντιο.

Η γενόσημη αλενδρονάτη είναι συνήθως η θεραπεία πρώτης γραμμής λόγω της ευρέος φάσματος αντικαταγματικής αποτελεσματικότητάς της και του εξαιρετικά χαμηλού κόστους.

Η ιβανδρονάτη, η ρισεδρονάτη, το ζολεδρονικό οξύ, το denosumab, η ραλοξιφαίνη ή το ρανελικό στρόντιο μπορεί να είναι κατάλληλες θεραπείες όταν η αλενδρονάτη αντενδείκνυται ή δεν είναι καλώς ανεκτή.

Λόγω του υψηλού κόστους, η τεριπαρατίδη θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για τους ασθενείς που διατρέχουν πολύ υψηλό κίνδυνο για κατάγματα, ιδιαίτερα της σπονδυλικής στήλης.

Εγκεκριμένες θεραπείες για τους άνδρες που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο κατάγματος είναι η αλενδρονάτη, η ρισεδρονάτη, το ζολεδρονικό οξύ και η τεριπαρατίδη (σ.σ. αλλά και το ρανελικό στρόντιο με την επισήμανση της σοβαρής οστεοπόρωσης).

Ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο για κάταγμα θα πρέπει να ξεκινήσουν αλενδρονάτη ή άλλα οστεοπροστατευτικά σκευάσματα κατά την έναρξη της θεραπείας με γλυκοκορτικοειδή.

Για τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, εγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή για την πρόληψη και θεραπεία της προκαλούμενης από γλυκοκορτικοειδή οστεοπόρωσης είναι η αλενδρονάτη, η ετιδρονάτη και η ρισεδρονάτη. Εγκεκριμένες θεραπευτικές επιλογές και στα δύο φύλα είναι η τεριπαρατίδη και το ζολεδρονικό οξύ.

Ασβέστιο και βιταμίνη D.

Τα συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D συνιστώνται ευρέως σε ηλικιωμένα άτομα που είναι κλεισμένα στο σπίτι ή ζουν σε οίκους ευγηρίας, όπου η ανεπάρκεια βιταμίνης D και η χαμηλή πρόσληψη ασβεστίου είναι συχνές καταστάσεις. Τέτοια συμπληρώματα supplements Rχορηγήθηκαν σε όλες τις κλινικές μελέτες που διεξήχθησαν για την έγκριση των προαναφερθέντων φαρμακευτικών παραγόντων για την πρόληψη καταγμάτων.

Έχει προταθεί ότι τα συμπληρώματα ασβεστίου μπορεί ενδεχομένως να σχετίζονται με ανεπιθύμητα καρδιαγγειακά συμβάματα, αλλά οι μελέτες αυτές έχουν επικριθεί ευρέως και η υποτιθέμενη σύνδεση απαιτεί περαιτέρω διευκρινίσεις. Η υποτιθέμενη αυτή αύξηση του κινδύνου καρδιαγγειακών συμβαμάτων δεν παρατηρήθηκε με την υψηλή διαιτητική πρόσληψη ασβεστίου. Επομένως, μπορεί να είναι φρόνιμο να αυξηθεί η διαιτητική πρόσληψη ασβεστίου και να χορηγούνται μόνο συμπληρώματα βιταμίνης D, όπου θεωρείται απαραίτητο.

Διάρκεια της φαρμακευτικής αγωγής για την οστεοπόρωση

Στους περισσότερους ασθενείς που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο κατάγματος, η θεραπεία για την οστεοπόρωση πρέπει να συνεχίζεται επί μακρόν. Τα ευεργετικά αποτελέσματα της θεραπείας με φάρμακα πλην των διφωσφονικών αμβλύνονται σύντομα μετά τη διακοπή της αγωγής, αλλά μπορεί να διατηρηθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μετά από θεραπεία με διφωσφονικά.

Αυτό, σε συνδυασμό με τις ανησυχίες για τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις της μακροχρόνιας θεραπείας με διφωσφονικά, κυρίως την οστεονέκρωση της γνάθου και τα άτυπα κατάγματα του μηριαίου, έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη βέλτιστη διάρκεια της θεραπείας με διφωσφονικά και αν, σε ορισμένα άτομα, η θεραπεία θα πρέπει να διακόπτεται για ένα χρονικό διάστημα (το επονομαζόμενο «drug holiday»).

Με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα, συνιστάται η αναθεώρηση της θεραπείας να πραγματοποιείται μετά από 5 χρόνια για την αλενδρονάτη, τη ρισεδρονάτη ή την ιβανδρονάτη και μετά από 3 χρόνια για το ζολεδρονικό οξύ.

Η συνέχιση των διφωσφονικών, χωρίς την ανάγκη περαιτέρω αξιολόγησης, συνιστάται για:

  • ασθενείς υψηλού κινδύνου, όπως άτομα ηλικίας 75 ετών και άνω, άτομα που έχουν υποστεί κάταγμα ισχίου ή σπονδυλικής στήλης, άτομα που λαμβάνουν συνεχώς γλυκοκορτικοειδή από του στόματος σε δόση ≥ 7.5mg/ημέρα πρεδνιζολόνης ή ισοδύναμο.
  • άτομα που υφίστανται ένα ή περισσότερα κατάγματα χαμηλής βίας κατά τη διάρκεια της θεραπείας, αφού αποκλειστούν η κακή συμμόρφωση στη θεραπεία (για παράδειγμα να έχει ληφθεί λιγότερο από το 80% της θεραπείας) και άλλες αιτίες δευτεροπαθούς οστεοπόρωσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις η θεραπευτική επιλογή πρέπει να επαναξιολογηθεί.

αν το T-score της οστικής πυκνότητας του ισχίου ή του αυχένα μηριαίου είναι ≤ -2.5 SD, θα πρέπει γενικά να συνιστάται η συνέχιση της φαρμακευτικής αγωγής.

Όταν συνεχίζονται τα διφωσφονικά, η επαναξιολόγηση της θεραπείας, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου της νεφρικής λειτουργίας, είναι απαραίτητη τουλάχιστον κάθε 5 χρόνια.

Αν διακοπούν τα διφωσφονικά, ο κίνδυνος κατάγματος θα πρέπει να αξιολογηθεί εκ νέου μετά από κάποιο νέο κάταγμα ή μετά από 2 χρόνια εάν δε συμβεί νέο κάταγμα.

Ειδικά, μετά από 3 χρόνια θεραπείας με ζολεδρονικό οξύ, τα οφέλη στην οστική πυκνότητα επιμένουν για τουλάχιστον άλλα 3 έτη μετά τη διακοπή.

Οι περισσότεροι ασθενείς θα πρέπει να διακόπτουν τη θεραπεία με ζολεδρονικό οξύ μετά από 3 χρόνια, και ο γιατρός τους θα πρέπει να επανεξετάζει την ανάγκη για τη συνέχιση της θεραπείας 3 χρόνια αργότερα.

Εκτίμηση του καταγματικού κινδύνου σε άτομα που λαμβάνουν ή έχουν λάβει θεραπεία

Η επαναξιολόγηση του κινδύνου κατάγματος σε άτομα που λαμβάνουν ή έχουν λάβει θεραπεία μπορεί να πραγματοποιηθεί με το εργαλείο FRAX® χρησιμοποιώντας την οστική πυκνότητα του αυχένα του μηριαίου οστού. Τα προτεινόμενα όρια παρέμβασης μπορεί στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν για να καθοδηγήσει την απόφαση ως προς το κατά πόσον η θεραπεία μπορεί να διακοπεί για κάποιο χρονικό διάστημα.

Αν οι βιοχημικοί δείκτες οστικού μεταβολισμού δείχνουν υποτροπή, δηλ. αυξημένη οστική εναλλαγή, ενώ πριν ήταν κατεσταλμένη, με ταυτόχρονη επιδείνωση (δηλ. μείωση) της οστικής πυκνότητας, θα πρέπει να εξεταστεί η επανέναρξη (σ.σ. ή η αλλαγή) της θεραπείας.

“Οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στις κατευθυντήριες οδηγίες στοχεύουν στην ενίσχυση των θεραπευτικών αποφάσεων και όχι στο να αντικαταστήσουν την ανάγκη για κλινική κρίση στη φροντίδα των ασθενών”, σημειώνουν οι συντελεστές της ομάδας.

Πηγές: Medscape, FRAX, ΕΟΦ

ασβέστιοοστεοπόρωση
Περισσότερα
  • Δημοσιεύθηκε στο Οστεοπόρωση
Χωρίς σχόλια

Οστεοπόρωση: διάγνωση & παράγοντες κινδύνου

Τρίτη, 27 Αυγούστου 2013 από endotera

Η Εθνική Ομάδα Κατευθυντήριων Οδηγιών για την Οστεοπόρωση (NOGG) του Ηνωμένου Βασιλείου ανανέωσε τις κατευθυντήριες οδηγίες του 2009 σχετικά με την διάγνωση και αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες καθώς και σε άνδρες άνω των 50 ετών. Οι νέες συστάσεις δημοσιεύθηκαν στο Maturitas.

“Από το 2009 υπήρξε μια σειρά από εξελίξεις, ιδίως όσον αφορά στην οστεοπόρωση που προκαλείται από γλυκοκορτικοειδή, το ρόλο του ασβεστίου και της βιταμίνης D καθώς και τα οφέλη και τους κινδύνους από τη μακροχρόνια θεραπεία με διφωσφονικά,” γράφουν οι συντελεστές της ομάδας. “Επιπλέον έχουν εγκριθεί νέες φαρμακολογικές παρεμβάσεις για την πρόληψη της οστεοπόρωσης που προκαλείται από γλυκοκορτικοειδή και την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και άνδρες που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων.”

Διάγνωση της οστεοπόρωσης

Η διάγνωση της οστεοπόρωσης στηρίζεται στην ποσοτική εκτίμηση της οστικής πυκνότητας (BMD), συνήθως με τη μέθοδο της απορρόφησης ακτίνων Χ διπλής ενέργειας (DXA). Η οστεοπόρωση ορίζεται ως τιμή για την BMD 2,5 μονάδων κάτω από τη μέση τιμή νεαρών ενηλίκων (T-score μικρότερο ή ίσο με -2,5 SD). Η σοβαρή οστεοπόρωση (εγκατεστημένη οστεοπόρωση) περιγράφει την οστεοπόρωση με την παρουσία ενός ή περισσότερων καταγμάτων.

Τα διαγνωστικά όρια μπορεί να διαφέρουν από τα όρια παρέμβασης για διάφορους λόγους. Ο κίνδυνος κατάγματος ποικίλει σε διαφορετικές ηλικίες, ακόμη και με το ίδιοT-score. Επιπλέον, άλλοι παράγοντες καθορίζουν τα όρια παρέμβασης συμπεριλαμβανομένης της παρουσίας κλινικών παραγόντων κινδύνου (CRFs) καθώς και το κόστος και τα οφέλη της θεραπείας.

Διερεύνηση της οστεοπόρωσης

Οι στόχοι του ιστορικού, της κλινικής εξέτασης και των παρακλινικών/εργαστηριακών εξετάσεων είναι:

  • ο αποκλεισμός καταστάσεων που μιμούνται την οστεοπόρωση (π.χ. οστεομαλακία, πολλαπλούν μυέλωμα),
  • ο προσδιορισμός των αιτίων της οστεοπόρωσης και των παραγόντων κινδύνου,
  • η αξιολόγηση του κινδύνου νέων καταγμάτων και
  • η επιλογή της καταλληλότερης θεραπείας.

Βασικά βήματα στη διερεύνηση της οστεοπόρωσης

stethoscope 1 R

Ιστορικό και κλινική εξέταση

Γενική εξέταση αίματος, ταχύτητα καθίζησης ή C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, ασβέστιο, αλβουμίνη, κρεατινίνη, φωσφόρος, αλκαλική φωσφατάση και ηπατικές τρανσαμινάσες

Δοκιμασίες λειτουργίας του θυρεοειδούς

Μέτρηση Οστικής πυκνότητας (DXA)

Συμπληρωματικός έλεγχος, όπου ενδείκνυται:

  • Πλάγιες ακτινογραφίες της οσφυϊκής και θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης
  • Ανοσοηλεκτροφόρηση πρωτεϊνών
  • 25-υδροξυβιταμίνη D (25OHD) και παραθορμόνη (PTH) ορού
  • Τεστοστερόνη, SHBG, FSH, LH (στους άνδρες, για διερεύνηση υπογοναδισμού)
  • Προλακτίνη ορού
  • Κορτιζόλη στα ούρα 24ώρου / δοκιμασία καταστολής με δεξαμεθαζόνη (για αποκλεισμό υπερκορτιζολαιμίας)
  • Αντισώματα έναντι ενδομυΐου ή / και ιστικής τρανσγλουταμινάσης (διερεύνηση κοιλιοκάκης)
  • Σπινθηρογράφημα οστών
  • Δείκτες οστικού μεταβολισμού
  • Απέκκριση ασβεστίου στα ούρα

Κλινικοί παράγοντες κινδύνου για κατάγματα

Η εκτίμηση του καταγματικού κινδύνου γίνεται είτε αναζητώντας ένα προηγούμενο κάταγμα ή την παρουσία σημαντικών παραγόντων κινδύνου, μερικοί από τους οποίους μπορεί να δρουν ανεξάρτητα από την οστική πυκνότητα, ενώ άλλοι αυξάνουν τον κίνδυνο κατάγματος μέσω της σύνδεσής τους με μια χαμηλή οστική πυκνότητα.

Κλινικοί παράγοντες που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση του κινδύνου κατάγματος.

Ηλικία

Φύλο

Χαμηλός δείκτης μάζας σώματος (≤ 19kg/m2)

Προηγούμενο κάταγμα ευθραυστότητας, ιδιαίτερα του ισχίου, του καρπού και της σπονδυλικής στήλης

Ιστορικό κατάγματος του ισχίου στους γονείς

Τρέχουσα θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή (οποιαδήποτε δόση, από το στόμα, για 3 μήνες ή περισσότερο)

Κάπνισμα

Κατανάλωση 3 ή περισσότερων μονάδων αλκοόλ ημερησίως

Δευτερογενή αίτια οστεοπόρωσης

Ρευματοειδής αρθρίτιδα

Μη θεραπευόμενος υπογοναδισμός σε άνδρες και γυναίκες

Παρατεταμένη ακινησία

Μεταμόσχευση οργάνων

Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1

Υπερθυρεοειδισμός

Γαστρεντερική νόσος

Χρόνια ηπατική νόσος

Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια

Πτώσεις

Έχουν αναπτυχθεί αλγόριθμοι που ενσωματώνουν το βάρος των παραγόντων κινδύνου στον κίνδυνο κατάγματος με ή χωρίς πληροφορίες σχετικά με την οστική πυκνότητα. Το εργαλείο FRAX ® υπολογίζει την 10-ετή πιθανότητα κατάγματος του ισχίου ή μείζονος οστεοπορωτικού κατάγματος (σπονδυλικής στήλης, ισχίου, αντιβραχίου ή βραχιονίου οστού). Οι πιθανότητες μπορούν να υπολογιστούν για πολλές ευρωπαϊκές χώρες,συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.

FRAX Greece

“Οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στις κατευθυντήριες οδηγίες στοχεύουν στην ενίσχυση των θεραπευτικών αποφάσεων και όχι στο να αντικαταστήσουν την ανάγκη για κλινική κρίση στη φροντίδα των ασθενών”, σημειώνουν οι συντελεστές της ομάδας.

Πώς γίνεται η επιλογή και ποια είναι η βέλτιστη διάρκεια της θεραπείας για την οστεοπόρωση; Διαβάστε εδώ.

Πηγές: Medscape, FRAX, ΕΟΦ

κατευθυντήριες οδηγίεςοστεοπόρωση
Περισσότερα
  • Δημοσιεύθηκε στο Οστεοπόρωση
Χωρίς σχόλια

24ωρη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης σε διαβητικούς ασθενείς

Παρασκευή, 23 Αυγούστου 2013 από endotera

Ένα μεγάλο πλεονέκτημα της καταγραφής της αρτηριακής πίεσης εκτός ιατρείου είναι ότι παρέχει έναν μεγάλο αριθμό μετρήσεων της αρτηριακής πίεσης μακριά από το ιατρικό περιβάλλον, κάτι το οποίο αντιπροσωπεύει μια πιο αξιόπιστη εκτίμηση της πραγματικής αρτηριακής πίεσης έναντι αυτής του ιατρείου. Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης εκτός ιατρείου συχνά πραγματοποιείται με 24ωρη περιπατητική καταγραφή (ABPM, Ambulatory Blood Pressure Monitoring).

Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων βασίζεται στην επαναληψιμότητα των μετρήσεων εκτός ιατρείου, η οποία είναι αρκετά ικανοποιητική για 24ωρες, ημερήσιες και νυκτερινές μετρήσεις, αλλά λιγότερο ικανοποιητική για μικρότερα χρονικά διαστήματα. Η αρτηριακή πίεση στο ιατρείου είναι συνήθως υψηλότερη από την περιπατητική και αυτή η διαφορά αυξάνεται όσο πιο μεγάλη είναι η πίεση στο ιατρείο.

Πώς γίνεται η 24ωρη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης;

Η 24ωρη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης πραγματοποιείται με τον ασθενή να φέρει μια φορητή συσκευή μέτρησης της αρτηριακής πίεσης, συνήθως στον μη κυρίαρχο βραχίονα, για μια περίοδο 24 – 25 ωρών, ούτως ώστε να συλλεχθούν πληροφορίες για την αρτηριακή πίεση τόσο κατά τις ημερήσιες δραστηριότητες όσο και στον ύπνο κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Ο ασθενής συμβουλεύεται να ακολουθεί κανονικά τις δραστηριότητες του αλλά να απέχει από εντατική άσκηση, ενώ κατά τη στιγμή που φουσκώνει η περιχειρίδα, να σταματά να κινείται και να θέτει το μπράτσο του ακίνητο, στο ύψος της καρδιάς, μέχρι να ξεφουσκώσει η περιχειρίδα. Ο ασθενής ζητείται να καταγράψει πληροφορίες σ’ ένα ημερολόγιο για τυχόν συμπτώματα ή συμβάντα που μπορεί να επηρεάσουν την αρτηριακή πίεση, μαζί με τις ώρες της λήψης των φαρμάκων, γευμάτων και τις ώρες του ύπνου.

Στη κλινική πράξη, οι μετρήσεις συνήθως γίνονται σε μεσοδιαστήματα των 15 λεπτών κατά τη διάρκεια της ημέρας και κάθε 30 λεπτά κατά τη διάρκεια της νύχτας. Οι μετρήσεις καταχωρούνται σε ηλεκτρονικό υπολογιστή και, κατόπιν, αναλύεται το εύρος των αποτελεσμάτων.

Ενδείξεις 24ωρης καταγραφής της αρτηριακής πίεσης

Ποια είναι η χρησιμότητα της 24ωρης μέτρησης της αρτηριακής πίεσης στους διαβητικούς ασθενείς;

Η 24ωρη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης είναι ιδιαίτερα σημαντική και χρήσιμη στους διαβητικούς ασθενείς. Είναι ένα ισχυρό εργαλείο για καλύτερη ταξινόμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου που σχετίζεται με την αυξημένη αρτηριακή πίεση, μια από τις πιο σημαντικές αιτίες νοσηρότητας και θνησιμότητας σε αυτό τον πληθυσμό.

Αυτό συμβαίνει χάρη στην ικανότητα της μεθόδου να διαγιγνώσκει με μεγαλύτερη ακρίβεια την υψηλή αρτηριακή πίεση στην καθημερινή ζωή και να ανιχνεύει αλλαγές, όπως την απουσία νυκτερινής πτώσης της πίεσης (dipping), τη μεταγευματική υπόταση ή την αυξημένη μεταβλητότητα της αρτηριακής πίεσης. Είναι επίσης ένα σημαντικό εργαλείο για την πιο ακριβή εκτίμηση της αποτελεσματικότητος της αντιυπερτασικής αγωγής τόσο την ημέρα όσο και τη νύχτα.

Όπως και σε μη διαβητικούς ασθενείς, οι τιμές της αρτηριακής πίεσης εκτός του ιατρείου όπως αποκτήθηκαν με 24ωρη περιπατητική καταγραφή σε ασθενείς με διαβήτη βρέθηκαν να συσχετίζονται καλύτερα με βλάβη των οργάνων στόχων αλλά και καρδιαγγειακά συμβάματα.

Αυτόνομη διαβητική νευροπάθεια και αυξημένη μεταβλητότητα της αρτηριακής πίεσης

Μια σημαντική πτυχή της 24ωρης καταγραφής είναι η ιδιότητά της να δίνει πληροφορία για τη μεταβλητότητα της αρτηριακής πίεσης που είναι ιδιαίτερα σημαντική σε διαβητικούς ασθενείς και έχει μεγάλη κλινική σημασία γιατί μπορεί να αποτελεί ένδειξη διαταραχής του αυτόνομου ελέγχου της κυκλοφορίας ή αυξημένης αρτηριακής δυσκαμψίας. Αυτό ισχύει σε ασθενείς με διαβητική αυτόνομη νευροπάθεια και μπορεί να είναι ένας ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας για καρδιαγγειακές επιπλοκές. Η νευροπάθεια μπορεί επίσης να σχετίζεται με ορθοστατική ή μεταγευματική υπόταση, η οποία επίσης μπορεί να ανιχνευτεί  με την 24ωρη καταγραφή.

Πρωινή υπέρταση

Ένα επίσης σημαντικό χαρακτηριστικό της 24ωρης καταγραφής είναι η συμπεριφορά της αρτηριακής πίεσης το πρωί. Η πρωινή υπέρταση ή η απότομη αύξηση της πίεσης το πρωί (morning surge) είναι συχνή σε διαβητικούς ασθενείς και έχει φανεί ότι σχετίζεται με το ρυθμό προόδου της διαβητικής νεφροπάθειας.

Εκτίμηση και της μεταβλητότητας της καρδιακής συχνότητας

Ένα πρόσθετο πλεονέκτημα της μεθόδου είναι ότι μπορεί να δώσει πληροφορίες για την καρδιακή συχνότητα κατά τη διάρκεια της μέτρησης της πίεσης σε όλο το 24ωρο και αυτό να αποτελεί έναν αδρό εκτιμητή της μεταβλητότητας της καρδιακής συχνότητας. Μια μελέτη έχει επιβεβαιώσει ότι οι μεταβολές της καρδιακής συχνότητας, όπως εκτιμήθηκαν ταυτόχρονα με την 24ωρη καταγραφή της πίεσης, είναι ελαττωμένες τους διαβητικούς ασθενείς, ιδιαίτερα τη νύχτα.

Εκτίμηση της αποτελεσματικότητας της αντιυπερτασικής θεραπείας

Μια εξαιρετικά σημαντική εφαρμογή της 24ωρης καταγραφής σχετίζεται με την ικανότητά της να εκτιμά τις αλλαγές στην αρτηριακή πίεση που προκαλούνται από την αντιυπερτασική θεραπεία με μεγαλύτερη ακρίβεια και περισσότερες λεπτομέρειες από ό,τι οι μετρήσεις στο ιατρείο.

Τα στοιχεία – κλειδιά αυτής εφαρμογής περιλαμβάνουν τη δυνατότητα ανίχνευσης των ατόμων που λανθασμένα κατατάσσονται σαν ελεγχόμενα η μη-ελεγχόμενα, την ικανότητα διερεύνησης του αποτελέσματος της θεραπείας σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους εντός του 24ώρου (νύκτα, πρωί) καθώς και την εκτίμηση της επαρκούς διάρκειας του αντιυπερτασικού αποτελέσματος, όπως και την ομαλότητα της ρύθμισης της αρτηριακής πίεσης καθ’ όλο το 24ωρο.

Ποια είναι τα όρια της αρτηριακής πίεσης από τις μετρήσεις της 24ωρης καταγραφής;

ABPM cutoff values R

Τα όρια του παραπάνω πίνακα προτείνονται από τις πιο πρόσφατες (Ιούλιος 2013) κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης και ισχύουν για τον γενικό πληθυσμό.

Ειδικά στους διαβητικούς ασθενείς, έχουν προταθεί κάποια όρια, ωστόσο αυτά προκύπτουν από μια μόνο, μικρή σε αριθμό ασθενών, μελέτη και τα παραθέτω ενδεικτικά.

ABPM cutoff values diabetes R

Συμπερασματικά, η 24ωρη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης είναι ένα σημαντικό βοήθημα για τον κλινικό ιατρό που αντιμετωπίζει διαβητικούς ασθενείς και σημαντικό όπλο για την πρόληψη των επιπλοκών της διαβητικής νόσου και για μια καλύτερη ποιότητα ζωής.

Πηγές: Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Εταιρεία, Diabetes Care

διαβήτηςκαρδιαγγειακός κίνδυνοςυπέρταση
Περισσότερα
  • Δημοσιεύθηκε στο Σακχαρώδης Διαβήτης
Χωρίς σχόλια

Υπογλυκαιμία: είναι υποεκτιμημένος ο κίνδυνός της;

Τετάρτη, 21 Αυγούστου 2013 από endotera

Η επιτυχία στην αντιμετώπιση του διαβήτη είναι ένα από τα πιο ισχυρά παραδείγματα από τα οφέλη της σύγχρονης ιατρικής. Οι επιστημονικές εξελίξεις έχουν βοηθήσει τα εκατομμύρια των ασθενών με διαβήτη να ζουν υγιέστερα και ποιοτικότερα. Οι μελέτες δείχνουν ότι οι ασθενείς που λαμβάνουν την κατάλληλη φροντίδα για το διαβήτη τύπου 2, την πιο συχνή μορφή διαβήτη, αναμένεται να ζήσουν σχεδόν όσο κι εκείνοι που δεν πάσχουν από την πάθηση.

Ωστόσο, μια συχνή και δυνητικά θανάσιμη απειλή αναδύεται για το σχεδόν 10% των ασθενών που ζουν με διαβήτη. Αν και τα φάρμακα του διαβήτη είναι αποτελεσματικά στη ρύθμιση του σακχάρου και τη μείωση του κινδύνου επιπλοκών, έχουν τους δικούς τους κινδύνους. Η πιο συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια είναι η υπογλυκαιμία, η οποία ίσως είναι ακόμη πιο σοβαρή απ’ ό,τι νομίζαμε μέχρι σήμερα.

Σε μια πρόσφατη μελέτη, η οποία διεξήχθη στο Kaiser Permanente με ερευνητές και από την Ιατρική Σχολή του Yale και το Πανεπιστήμιο του Σικάγο, διαπιστώθηκε ότι

οι ασθενείς με διαβήτη παρουσιάζουν συχνά σοβαρή υπογλυκαιμία, ανεξάρτητα από το αν ο διαβήτης τους είναι καλά ελεγχόμενος ή όχι.

Τα ευρήματα αυτά, που βασίζονται σε σχεδόν 10.000 ενήλικες ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, αμφισβητούν τη συμβατική πεποίθηση ότι η υπογλυκαιμία είναι πρωτίστως ένα πρόβλημα μεταξύ των ασθενών με χαμηλό μέσο όρο σακχάρου στο αίμα.

Συνολικά, πάνω από το 10% των ασθενών εμφάνισε σοβαρή υπογλυκαιμία κατά τη διάρκεια της μελέτης, και επίσης συχνά παρουσιάσθηκε υπογλυκαιμία σε ασθενείς με υψηλό μέσο όρο επιπέδων σακχάρου, δηλ. σε ασθενείς με κακή γλυκαιμική ρύθμιση.

Τα αποτελέσματα αυτά πρέπει να αξιολογηθούν από τους κλινικούς ιατρούς που αντιμετωπίζουν την ασθένεια. Τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας είναι συνήθως ήπια και παροδικά και μπορεί να συμπεριλαμβάνουν αίσθημα ζαλάδας ή τρέμουλο, πείνα ή διανοητική σύγχυση. Η σοβαρή υπογλυκαιμία, ωστόσο, είναι μια απειλητική για τη ζωή κατάσταση που απαιτεί άμεση ιατρική φροντίδα.

Πηγή: Medscape

Ο δυνητικός κίνδυνος της υπογλυκαιμίας δε θα πρέπει να αποτελεί εμπόδιο στην προσπάθεια για βέλτιστο γλυκαιμικό έλεγχο, καθώς μόνο με καλή γλυκαιμική ρύθμιση μπορούν να αποφευχθούν ή/και να επιβραδυνθούν οι επιπλοκές της διαβητικής νόσου.

διαβήτηςυπογλυκαιμία
Περισσότερα
  • Δημοσιεύθηκε στο Σακχαρώδης Διαβήτης
Χωρίς σχόλια
  • 10
  • 11
  • 12
  • 13
  • 14

Πρόσφατα Άρθρα

  • Μαζί ξανά

    Αγαπητές φίλες και φίλοι, μετά από 5 χρόνια βρί...
  • Συμβουλές διατροφής για τις μέρες των γιορτών!

    Γράφει η Μαρία Κανάκη, Βιοχημικός – Βιοτε...
  • Φάρμακα για την οστεοπόρωση (διφωσφονικά) μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου.

    Μια ανάλυση ενός μεγάλου αριθμού γυναικών πρότε...
  • «Υποστηρίζουμε τη Ζωή» – Εκστρατείες Προληπτικής Ιατρικής και Ενημέρωσης 2014

    Για 19η χρονιά η «Ανοιχτή Αγκαλιά» των Φίλων Κο...
  • Υποθυρεοειδισμός πριν την κύηση, TSH & κίνδυνος αποβολής

    Οι γυναίκες που λαμβάνουν λεβοθυροξίνη (Τ4) σε ...

Κατηγορίες

  • Uncategorized
  • Γενικά
  • Γυναίκα
  • Εθελοντισμός
  • Θυρεοειδής
  • Οστεοπόρωση
  • Παραθυρεοειδείς
  • Σακχαρώδης Διαβήτης

Αρχείο

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Νικόλαος Μπουντουβής
Ενδοκρινολόγος

Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Πειραιά "Μεταξά"
Ενδοκρινολογικό Τμήμα

Μπόταση 51, T.K. 18537, Πειραιάς

Τηλ. Ραντεβού 14500
Κιν. 6986 561 707
bountouvis@gmail.com

Open in Google Maps

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

  • Μαζί ξανά

    Αγαπητές φίλες και φίλοι, μετά από 5 χρόνια βρί...
  • Συμβουλές διατροφής για τις μέρες των γιορτών!

    Γράφει η Μαρία Κανάκη, Βιοχημικός – Βιοτε...
  • Φάρμακα για την οστεοπόρωση (διφωσφονικά) μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο καρκίνου του ενδομητρίου.

    Μια ανάλυση ενός μεγάλου αριθμού γυναικών πρότε...

SITEMAP

  • Αρχική
  • Βιογραφικό
  • Παρακέντηση Θυρεοειδούς
  • Νέα
  • Όροι χρήσης
  • GET SOCIAL
Ενδότερα

© 2012-2021 All rights reserved, Νικόλαος Μπουντουβής, Ενδοκρινολόγος. | Powered by AdCreate.

TOP