Γυναικείος διαβήτης: ξεχωριστή οντότητα ή παρεξήγηση;
Ποιος φροντίζει καλύτερα την υγεία του, οι άνδρες ή οι γυναίκες; Είμαι βέβαιος ότι οι περισσότεροι θα απαντήσουν το δεύτερο, αυθόρμητα το έκανα κι εγώ.
Είναι αρκετή, όμως, αυτή η κοινή πεποίθηση και πώς μεταφράζεται στην πραγματικότητα ως προς την ποιότητα της φροντίδας των γυναικών με διαβήτη, κι όχι μόνο;
Αφορμή για την αναζήτησή μου ήταν η εντύπωση που έχει δημιουργηθεί στους γιατρούς που ασχολούνται με τον διαβήτη ότι οι άνδρες είναι εκείνοι που δεν ακολουθούν τις συνιστώμενες οδηγίες, δεν παίρνουν τα φάρμακά τους και δεν είναι συνεπείς στα ραντεβού τους για επανεξέταση. Είναι πράγματι έτσι;
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Women’s Health έρχεται ν’ ανατρέψει την παραπάνω κοινή πεποίθηση. Στη μελέτη αυτή, η οποία συμπεριέλαβε περίπου 29,5 εκατομμύρια (!!!) ασφαλισμένους των Η.Π.Α., οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες ήταν λιγότερο πιθανό να συμμορφώνονται με την αγωγή τους για το διαβήτη και την πρόληψη καρδιαγγειακών επεισοδίων, σε σύγκριση με τους άνδρες. Αυτή η διαφορά παρατηρήθηκε για τα από του στόματος αντιδιαβητικά φάρμακα, τα φάρμακα για τη χοληστερόλη, την υπέρταση και τα αντιαιμοπεταλιακά.
Οι γυναίκες ήταν επίσης λιγότερο πιθανό να λάβουν τα φάρμακα που συνιστώνται για τους περισσότερους ασθενείς με διαβήτη και καρδιαγγειακές παθήσεις, σύμφωνα με τις κλινικές κατευθυντήριες οδηγίες. Για παράδειγμα, στις γυναίκες ήταν λιγότερο πιθανό απ’ ό,τι στους άνδρες να συνταγογραφηθεί ένας β-αποκλειστής μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου (63,4% των γυναικών έναντι 69,3% των ανδρών) καθώς και μια από τις συνιστώμενες κατηγορίες αντιυπερτασικών φαρμάκων ως μέρος της θεραπείας τους.
Η πιο εντυπωσιακή διαφορά ήταν για τους ενήλικες με ιστορικό στεφανιαίας νόσου, όπου διαπιστώθηκε ότι στις γυναίκες ήταν πολύ λιγότερο πιθανό απ’ ό,τι στους άνδρες να συνταγογραφηθεί ένα φάρμακο μείωσης της χοληστερόλης (59,0 % των γυναικών έναντι 71,5 % των ανδρών).
Σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν επίσης στην παρακολούθηση της θεραπείας. Οι γυναίκες με διαβήτη ήταν λιγότερο πιθανό να κάνουν εξέταση για τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (A1C) ή την “κακή” χοληστερόλη (LDL) σε σχέση με τους άνδρες. Ομοίως, μεταξύ των ασθενών που χρησιμοποιούν ινσουλίνη, οι γυναίκες παρακολουθούσαν λιγότερο συχνά τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους, όπως εκτιμήθηκε από τη χρήση των ταινιών μέτρησης σακχάρου.
Επιπλέον, μια ανάλυση μελετών που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Diabetic Medicine αναδεικνύει ότι η ηλικία και το γυναικείο φύλο είναι παράγοντες που λιγοστεύουν τις πιθανότητες να ακολουθείται η συνιστώμενη θεραπεία με ινσουλίνη.
Οι γυναίκες επισκέπτονται πιο συχνά τους γιατρούς και λαμβάνουν συνταγές με περισσότερα φάρμακα σε σχέση με τους άνδρες, ενώ είναι ακόμη πιο πιθανό να πάρουν πολλά φάρμακα για οξείες καταστάσεις. Και παρόλο που αιωρείται η εντύπωση ότι είναι περισσότερο προορατικές σε σχέση με την υγεία τους, τα αποτελέσματα των παραπάνω μελετών δείχνουν ότι υπάρχει ένα μεγάλο κενό μεταξύ αυτού που αναζητούν κι αυτού που τελικά (εισ)πράττουν.
Οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό δεν είναι ξεκάθαροι, τουλάχιστον σε μένα. Είναι βαθιά ριζωμένη η αντίληψη στην κοινωνία ότι η γυναίκα θα φροντίσει τόσο για την υγιεινή του σπιτιού όσο και για την υγεία των άλλων μελών στην οικογένεια. Εκείνη θα μεριμνήσει για τη διατροφή, την καθαριότητα, αλλά και τη φροντίδα των μελών της οικογένειας (συντρόφου, παιδιών, εγγονών, γονέων!!!) είτε αυτοί μένουν κάτω από την ίδια στέγη είτε όχι. Το να παραμελήσει τον εαυτό της είναι ένα σοβαρό ενδεχόμενο, ειδικά στις μέρες μας.
Το σημαντικό που προκύπτει από τις παραπάνω αναφορές και πρέπει ν’ αλλάξει είναι η στάση των γιατρών απέναντι στις γυναίκες με διαβήτη.
Το ότι δεν συνταγογραφούνται τα συνιστώμενα από τις κατευθυντήριες οδηγίες φάρμακα και δε γίνεται η παρακολούθηση των παραμέτρων του γλυκαιμικού ελέγχου με την απαιτούμενη ένταση και συνέπεια είναι, ενδεχομένως, αποτελέσματα της μεροληψίας των ιατρών απέναντι στις γυναίκες με διαβήτη και όχι ευθύνη των τελευταίων. Αν έχει εδραιωθεί η πεποίθηση ότι η συμπεριφορά των γυναικών με διαβήτη είναι δεδομένα συνεπής, αυτό δεν φαίνεται να υποστηρίζεται από την έρευνα.
Οι 2 παραπάνω μελέτες δε μπορούν ασφαλώς να περιγράψουν τη συνολική θεραπευτική προσέγγιση και τις διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών με διαβήτη. Υπάρχουν και αντίθετα ευρήματα, όπως αυτά μιας ομάδας ερευνητών από τη Γερμανία, η οποία δημοσίευσε στο περιοδικό Diabetes Research & Clinical Practice ότι οι άνδρες με κακή συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή τους παρουσίαζαν, σε μεγαλύτερο ποσοστό απ’ ό,τι οι γυναίκες, κακή ρύθμιση του σακχάρου.
Φαίνεται ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ γυναικών και ανδρών στην ένταση της χρήσης φαρμάκων, την προσήλωσή τους στην αγωγή, αλλά και την πιθανότητα να τους χορηγηθεί φαρμακευτική αγωγή με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες. Οι διαφορές αυτές υποδεικνύουν την ανάγκη για πιο εξατομικευμένη επιλογή φαρμάκων, αλλά και συνολική θεραπευτική αντιμετώπιση για τη βελτίωση των κλινικών αποτελεσμάτων.
Γιατί η υγεία (των γυναικών) δεν είναι δεδομένη!
- Δημοσιεύθηκε στο Γυναίκα, Σακχαρώδης Διαβήτης
Είναι αρκετή μία μόνο δόση του εμβολίου HPV; ΟΧΙ ΑΚΟΜΗ!
Τρεις, και όχι 2, νέες μελέτες για τον εμβολιασμό έναντι του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) αναζωπυρώνουν την αισιοδοξία μας για την πρόληψη της λοίμωξης και των μορφών καρκίνου που συνδέονται με αυτόν.
Προσοχή, όμως! Οι συστάσεις παραμένουν ακόμα ίδιες: τα εμβόλια πρέπει να χορηγούνται σε 3 δόσεις!
Η εταιρεία Sanofi Pasteur MSD ανακοίνωσε ότι το δοκιμαζόμενο 9-δύναμο εμβόλιο της Merck έναντι του HPV, V503, απέτρεψε την εμφάνιση κατά περίπου 97% των προκαρκινικών αλλοιώσεων του τραχήλου της μήτρας, του κόλπου και του αιδοίου που προκαλούνται από 5 πρόσθετους τύπους του ιού.
Η μελέτη, στην οποία έλαβαν μέρος περίπου 14.000 γυναίκες ηλικίας 16 – 26 ετών και παρουσιάζεται στο ετήσιο συνέδριο της EUROGIN, έδειξε επίσης ότι το V503 προκαλεί ανοσολογική απάντηση (δηλ. δημιουργία αντισωμάτων) για τους τύπους HPV 6, 11, 16, και 18 εφάμιλλη με αυτήν του Gardasil. Οι συχνότητα των αναφερομένων ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν επίσης γενικά συγκρίσιμη μεταξύ του V503 και του Gardasil.
Το δοκιμαζόμενο 9-δύναμο εμβόλιο περιλαμβάνει 5 περισσότερους τύπους του ιού HPV (31, 33, 45, 52, 58) εκτός από τους 4 αρχικούς τύπους του Gardasil (6, 11, 16, 18). Το εμβόλιο έχει αναπτυχθεί για να παρέχει προστασία έναντι και των 9 τύπων του ιού HPV που είναι γνωστό ότι προκαλούν τον HPV – σχετιζόμενο καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και των γεννητικών οργάνων. Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι αυτών των πρόσθετων τύπων του ιού είναι ένα σημαντικό βήμα στη μάχη κατά των ασθενειών που σχετίζονται με τον HPV.
Τα δεδομένα μιας άλλης μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Clinical Cancer Research δείχνουν ότι μία δόση του 2-δύναμου εμβολίου Cervarix της GlaxoSmithKline (GSK) μπορεί να είναι επαρκής για τη μακροπρόθεσμη προστασία έναντι του καρκίνου του τραχήλου. Στη μελέτη, οι ερευνητές σημείωσαν ότι όλες οι γυναίκες που έλαβαν μία δόση του εμβολίου παρέμειναν οροθετικές για τους τύπους του HPV 16 και 18 τέσσερα χρόνια μετά τον εμβολιασμό, σε βαθμό αντίστοιχο με τις γυναίκες που έλαβαν 2 ή 3 δόσεις. Η επικεφαλής της έρευνας, Dr. Safaeian περιέγραψε τα ευρήματα ως «πραγματικά συναρπαστικά για φτωχές χώρες και περιοχές».
Η μελέτη έχει προκαλέσει ενθουσιασμό, αλλά μάλλον ο θόρυβος είναι μεγάλος και, κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ πρώιμο να συζητάμε για εμβολιασμό σε μία μόνο δόση. Η μέση ηλικία των γυναικών που έλαβαν μέρος στη μελέτη δεν αναφέρεται στο άρθρο, ενώ δεν κατέστη δυνατόν εκ μέρους μου να αποκτήσω πρόσβαση στο συμπληρωματικό υλικό από το περιοδικό.
Το ερώτημα που θέτουν όλοι οι γονείς ειναι το πώς θα εμβολιάσουν τα παιδιά τους, αφού ο πληθυσμός – στόχος του εμβολιασμού είναι τα κορίτσια έως 14 ετών.
Την απάντηση δίνει η ίδια η εταιρεία (GSK) σε δελτίο τύπου που εξέδωσε σήμερα (!), ανακοινώνοντας τα αποτελέσματα μιας μελέτης του 2-δύναμου HPV εμβολίου της (Cervarix), η οποία έδειξε ότι 2 δόσεις του εμβολίου σε κορίτσια ηλικίας από 9 μέχρι 14 ετών παρέχουν ανοσογονικότητα που ταιριάζει στο, μέχρι σήμερα, χορηγούμενο σχήμα των 3 δόσεων σε γυναίκες 15 έως 25 ετών.
Στη μελέτη HPV – 070, 1.447 ασθενείς (ηλικίας 9 έως 25 ετών) από 5 χώρες τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν Cervarix. Μια ομάδα κοριτσιών ηλικίας 9 έως 14 ετών έλαβε το εμβόλιο σε 2 δόσεις και συγκρίθηκε με μια άλλη ομάδα 15 έως 25 ετών που έλαβε 3 δόσεις.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι 2 δόσεις στα κορίτσια 9 έως 14 ετών προκάλεσαν ανοσολογική απάντηση που ήταν συγκρίσιμη με εκείνη που παρατηρήθηκε με το σχήμα των 3 δόσεων σε γυναίκες 15 έως 25 ετών, στοιχείο που υποδηλώνει ότι η ποιότητα και η ποσότητα της ανοσολογικής απάντησης είναι συγκρίσιμες.
Τα αποτελέσματα, τα οποία θα παρουσιάζονταν σήμερα στο συνέδριο EUROGIN, στη Φλωρεντία, επιβεβαιώνουν τα ευρήματα μιας προηγούμενης μελέτης, της HPV – 048, η οποία αξιολόγησε επίσης την ανοσογονικότητα 2 δόσεων του Cervarix έναντι των 3 δόσεων του και απέδειξε ότι η ανοσογονικότητα 2 δόσεων του Cervarix σε κορίτσια 9 έως 14 ετών κορίτσια είναι συγκρίσιμη με αυτή που παρατηρείται με 3 δόσεις σε γυναίκες 15 έως 25 ετών, τόσο για τους τύπους 16 & 18 του HPV όσο και για τους τύπους 31 & 45 (που δεν περιέχονται στο εμβόλιο), καθ ‘όλη τη διάρκεια της μελέτης 4 ετών.
Τα ευρήματα αυτά δείχνουν σταθερά ότι η ανοσολογική απάντηση των 2 δόσεων Cervarix σε κορίτσια ηλικίας 9 έως 14 ετών είναι συγκρίσιμη με το σχήμα των 3 δόσεων. Ομοίως, το προφίλ ασφάλειας είναι παρόμοιο.
Το εμβόλιο Cervarix είναι, επί του παρόντος, εγκεκριμένο μόνο στην ΕΕ για χρήση στις γυναίκες από την ηλικία των 9 ετών, χορηγείται σε 3 δόσεις (εμβολιασμός στους μήνες 0, 1 & 6) για την πρόληψη από τις προκαρκινικές γεννητικές αλλοιώσεις και τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας που σχετίζεται αιτιολογικά με συγκεκριμένους ογκογόνους τύπους του ιού HPV.
Η εταιρεία (GSK) έχει υποβάλει αίτηση για παραλλαγή της τρέχουσας άδειας κυκλοφορίας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων από τις 7 Αυγούστου 2013 για να προστεθεί η χορήγηση του εμβολίου, σε σχήμα 2 δόσεων (0 & 6 μήνες) σε κορίτσια ηλικίας 9 έως 14 ετών για την πρόληψη των προκαρκινικών γεννητικών βλαβών και του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας που σχετίζεται αιτιολογικά με συγκεκριμένους ογκογόνους τύπους του ιού HPV.
Μέχρι, λοιπόν, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων να γνωμοδοτήσει θετικά για το σχήμα των 2 δόσεων, ας συγκρατήσουμε τον ενθουσιασμό μας, αλλά κυρίως ας πάψουμε να ψάχνουμε δικαιολογίες για να μην εμβολιάζουμε τα παιδιά μας. Είναι δικαίωμά τους και υποχρέωσή μας.
- Δημοσιεύθηκε στο Γυναίκα
Διαβήτης κύησης: νέα από το Αμερικανικό Κολέγιο Μαιευτήρων και Γυναικολόγων
Το Αμερικανικό Κολέγιο Μαιευτήρων και Γυναικολόγων (ACOG) εξέδωσε νέο δελτίο πρακτικής διαχείρισης του διαβήτη κύησης, το οποίο δημοσιεύεται στο τεύχος Αυγούστου του περιοδικού Obstetrics & Gynecology.
Διάγνωση διαβήτη κύησης: κρατήστε την προσέγγιση των 2 σταδίων.
Περίπου το 7% των 4 εκατομμυρίων γυναικών που γεννούν κάθε χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύσσουν διαβήτη κύησης. Η κατάσταση αυξάνεται καθώς η παχυσαρκία και η εγκυμοσύνη σε μεγαλύτερη ηλικία γίνονται πιο συχνές. Άλλοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη τύπου 2 ή αν οι έγκυες ανήκουν σε μια εθνική ομάδα που διατρέχει αυξημένο κίνδυνο διαβήτη (όπως ισπανόφωνοι ή Αφρικανο-Αμερικανοί).
Οι γυναίκες με διαβήτη κύησης διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για υπέρταση κύησης, προεκλαμψία και καισαρική τομή, ενώ έχουν 7 φορές αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη αργότερα στη ζωή τους. Τα νεογνά των γυναικών με διαβήτη κύησης διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο για μακροσωμία, νεογνική υπογλυκαιμία, υπερχολερυθριναιμία (ίκτερο), δυστοκία των ώμων και τραύματος κατά τη γέννηση.
Παρά τα πολλά πλεονεκτήματα της 1 σταδίου προσέγγισης (δηλ. της χορήγησης 75γρ. γλυκόζης και της μέτρησης του σακχάρου σε 1 και 2 ώρες) και της ευρείας χρήσης της εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, μία από τις ανησυχίες είναι ότι αναμένεται να αυξήσει τη συχνότητα της διάγνωσης του διαβήτη κύησης έως 2 – 3 φορές.
Η προσέγγιση 2 σταδίων βασίζεται στην πρώτη διαλογή με τη χορήγηση 50γρ. από του στόματος διαλύματος γλυκόζης που ακολουθείται από προσδιορισμό του σακχάρου αίματος μετά από μια 1 ώρα. Οι γυναίκες που πληρούν ή υπερβαίνουν το κατώτατο όριο ανίχνευσης υποβάλλονται στη συνέχεια σε μια 3ωρη διαγνωστική δοκιμασία ανοχής με 100γρ. γλυκόζης (OGTT). Αυτή η δοκιμασία γίνεται συνήθως μεταξύ της 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης.
Αντιμετώπιση διαβήτη κύησης: πότε και πως;
Στις γυναίκες στις οποίες διαγιγνώσκεται διαβήτης κύησης, η αρχική αντιμετώπιση θα πρέπει να είναι παροχή διαιτητικών συμβουλών από έναν διατροφολόγο, αν είναι δυνατόν, καθώς επίσης και συμβουλών για ένα μέτριο πρόγραμμα άσκησης.
Όταν μια γυναίκα με διαβήτη κύησης αρχίζει διατροφική θεραπεία, η παρακολούθηση των επιπέδων της γλυκόζης του αίματος είναι απαραίτητη για να είναι σίγουρο ότι επιτυγχάνεται ο γλυκαιμικός έλεγχος.
Όταν οι στόχοι του γλυκαιμικού ελέγχου δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσω της διατροφής και της άσκησης, συνιστάται φαρμακευτική αγωγή. Ωστόσο, όπως αναφέρει το δελτίο “μια συστηματική ανασκόπηση δεν βρήκε κανένα αποδεικτικό στοιχείο για την οριακή τιμή κατά την οποία οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να ξεκινήσουν φαρμακευτική θεραπεία».
“Όταν ενδείκνυται η φαρμακευτική αγωγή, η ινσουλίνη και τα από του στόματος φάρμακα είναι ισοδύναμα ως προς την αποτελεσματικότητα και οποιαδήποτε μπορεί να είναι μια κατάλληλη θεραπεία πρώτης γραμμής.”
Έλεγχος για διαβήτη τύπου 2 μετά τον τοκετό
Μετά τον τοκετό, παρόλο που η διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων που παρατηρείται στο διαβήτη κύησης συχνά αποδράμει, μέχρι και το 1/3 των γυναικών που πάσχουν από διαβήτη κύησης θα έχουν διαβήτη ή κάποια άλλη διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης σε έλεγχο, ο οποίος συνιστάται στις 6 έως 12 εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Είναι, λοιπόν, εξαιρετικά σημαντικό οι γυναίκες με διαβήτη κύησης να ελέγχονται μετά τον τοκετό για διαβήτη τύπου 2.
Πηγή: Medscape
Ελευθερία & Ανδρέα, να σας ζήσει!!!
- Δημοσιεύθηκε στο Γυναίκα, Σακχαρώδης Διαβήτης
Θυρεοειδής, κύηση και επιπλοκές
Οι έγκυες με νόσο του θυρεοειδούς βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για επιπλοκές, όπως η προεκλαμψία ή ο πρόωρος τοκετός, επιβεβαιώνουν τα ευρήματα μιας νέας αναδρομικής μελέτης που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism.
“Αν και γνωρίζουμε από προηγούμενες μελέτες ότι τα νοσήματα του θυρεοειδούς σχετίζονται με επιπλοκές της κύησης, αυτή η μελέτη είναι η μεγαλύτερη μέχρι τώρα – πάνω από 220.000 κυήσεις,” δήλωσε η επικεφαλής των ερευνητών Tuija Männistö, MD, από τα National Institutes for Health (ΝΙΗ) και το Eunice Kennedy Shriver National Institute of Child Health and Human Development (NICHD), στο Rockville του Maryland.
Το μέγεθος της μελέτης επέτρεψε στους ερευνητές να εξετάσουν σπάνιες συνθήκες, εξήγησε. “Ήμασταν σε θέση να δούμε σπάνιες επιπλοκές της εγκυμοσύνης … και σπάνιες ασθένειες του θυρεοειδούς. Βρήκαμε ότι ο υποθυρεοειδισμός – που οφείλεται σε αυτοάνοση νόσο ή χειρουργική επέμβαση -, αλλά και ο υπερθυρεοειδισμός σχετίζονται με επιπλοκές της κύησης, όπως υπέρταση, καρδιοπάθειες, πρόωρο τοκετό και πρόκληση τοκετού, ενώ ο υποθυρεοειδισμός συσχετίστηκε επίσης με διαβήτη κύησης και καισαρικές τομές.”
“Το πιο νέο εύρημα ήταν ότι τόσο ο υποθυρεοειδισμός όσο και ο υπερθυρεοειδισμός συσχετίστηκαν με πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα εισαγωγής στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ),” πρόσθεσε.
Οι γιατροί πρέπει να γνωρίζουν ότι είναι σημαντικό να παρακολουθούν προσεκτικά τις μέλλουσες μητέρες με νόσο του θυρεοειδούς, καθώς οι γυναίκες χρειάζονται κατάλληλα επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών για να υποστηρίξουν μια υγιή εγκυμοσύνη.
Οι ερευνητές ανέλυσαν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα γυναικών στις Ηνωμένες Πολιτείες που γέννησαν την περίοδο 2002-2008. Εντόπισαν 223.512 εγκυμοσύνες, όπου οι γυναίκες γέννησαν ένα μόνο παιδί, συμπεριλαμβανομένων 216.901 γυναικών που δεν είχαν διαγνωστεί με νόσο του θυρεοειδούς.
Σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν είχαν νόσο του θυρεοειδούς, τα άτομα με πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν προεκλαμψία, διαβήτη κύησης, πρόωρο τοκετό, πρόκληση τοκετού ή καισαρική τομή. Ήταν επίσης διπλάσιες πιθανότητες να γίνουν εισαγωγή στη ΜΕΘ.
Οι γυναίκες με υπερθυρεοειδισμό είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν προεκλαμψία, πρόωρο τοκετό ή/και πρόκληση τοκετού. Ήταν, επίσης, σχεδόν 4 φορές πιο πιθανό να γίνουν εισαγωγή στη ΜΕΘ.
Οι γυναίκες με ιατρογενή υποθυρεοειδισμό (δηλ. χειρουργική αφαίρεση του θυρεοειδούς ή προηγούμενη λήψη ραδιενεργού ιωδίου) είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν αποκόλληση του πλακούντα, οπίσθια προβολή ή/και να υποβληθούν σε καισαρική τομή.
Οι ερευνητές σημείωσαν ότι δεν είχαν πρόσβαση στα δεδομένα θεραπείας, έτσι δεν μπορούσαν να καθορίσουν εάν η επαρκής θεραπεία του θυρεοειδούς θα μπορούσε να μετριάσει τα παραπάνω αποτελέσματα.
“Είναι απαραίτητη η συνέχιση της έρευνας για να διακρίνουμε αν οι γυναίκες με θυρεοειδοπάθεια στην κύηση έχουν υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών λόγω της ίδιας της ασθένειας ή αν η θεραπεία μπορεί πραγματικά να αποτρέψει τις αρνητικές εκβάσεις.”
Πηγή: Medscape
- Δημοσιεύθηκε στο Γυναίκα, Θυρεοειδής




