Διαβήτης κύησης: νέα από το Αμερικανικό Κολέγιο Μαιευτήρων και Γυναικολόγων
Το Αμερικανικό Κολέγιο Μαιευτήρων και Γυναικολόγων (ACOG) εξέδωσε νέο δελτίο πρακτικής διαχείρισης του διαβήτη κύησης, το οποίο δημοσιεύεται στο τεύχος Αυγούστου του περιοδικού Obstetrics & Gynecology.
Διάγνωση διαβήτη κύησης: κρατήστε την προσέγγιση των 2 σταδίων.
Περίπου το 7% των 4 εκατομμυρίων γυναικών που γεννούν κάθε χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες αναπτύσσουν διαβήτη κύησης. Η κατάσταση αυξάνεται καθώς η παχυσαρκία και η εγκυμοσύνη σε μεγαλύτερη ηλικία γίνονται πιο συχνές. Άλλοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη τύπου 2 ή αν οι έγκυες ανήκουν σε μια εθνική ομάδα που διατρέχει αυξημένο κίνδυνο διαβήτη (όπως ισπανόφωνοι ή Αφρικανο-Αμερικανοί).
Οι γυναίκες με διαβήτη κύησης διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για υπέρταση κύησης, προεκλαμψία και καισαρική τομή, ενώ έχουν 7 φορές αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη αργότερα στη ζωή τους. Τα νεογνά των γυναικών με διαβήτη κύησης διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο για μακροσωμία, νεογνική υπογλυκαιμία, υπερχολερυθριναιμία (ίκτερο), δυστοκία των ώμων και τραύματος κατά τη γέννηση.
Παρά τα πολλά πλεονεκτήματα της 1 σταδίου προσέγγισης (δηλ. της χορήγησης 75γρ. γλυκόζης και της μέτρησης του σακχάρου σε 1 και 2 ώρες) και της ευρείας χρήσης της εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, μία από τις ανησυχίες είναι ότι αναμένεται να αυξήσει τη συχνότητα της διάγνωσης του διαβήτη κύησης έως 2 – 3 φορές.
Η προσέγγιση 2 σταδίων βασίζεται στην πρώτη διαλογή με τη χορήγηση 50γρ. από του στόματος διαλύματος γλυκόζης που ακολουθείται από προσδιορισμό του σακχάρου αίματος μετά από μια 1 ώρα. Οι γυναίκες που πληρούν ή υπερβαίνουν το κατώτατο όριο ανίχνευσης υποβάλλονται στη συνέχεια σε μια 3ωρη διαγνωστική δοκιμασία ανοχής με 100γρ. γλυκόζης (OGTT). Αυτή η δοκιμασία γίνεται συνήθως μεταξύ της 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης.
Αντιμετώπιση διαβήτη κύησης: πότε και πως;
Στις γυναίκες στις οποίες διαγιγνώσκεται διαβήτης κύησης, η αρχική αντιμετώπιση θα πρέπει να είναι παροχή διαιτητικών συμβουλών από έναν διατροφολόγο, αν είναι δυνατόν, καθώς επίσης και συμβουλών για ένα μέτριο πρόγραμμα άσκησης.
Όταν μια γυναίκα με διαβήτη κύησης αρχίζει διατροφική θεραπεία, η παρακολούθηση των επιπέδων της γλυκόζης του αίματος είναι απαραίτητη για να είναι σίγουρο ότι επιτυγχάνεται ο γλυκαιμικός έλεγχος.
Όταν οι στόχοι του γλυκαιμικού ελέγχου δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσω της διατροφής και της άσκησης, συνιστάται φαρμακευτική αγωγή. Ωστόσο, όπως αναφέρει το δελτίο “μια συστηματική ανασκόπηση δεν βρήκε κανένα αποδεικτικό στοιχείο για την οριακή τιμή κατά την οποία οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει να ξεκινήσουν φαρμακευτική θεραπεία».
“Όταν ενδείκνυται η φαρμακευτική αγωγή, η ινσουλίνη και τα από του στόματος φάρμακα είναι ισοδύναμα ως προς την αποτελεσματικότητα και οποιαδήποτε μπορεί να είναι μια κατάλληλη θεραπεία πρώτης γραμμής.”
Έλεγχος για διαβήτη τύπου 2 μετά τον τοκετό
Μετά τον τοκετό, παρόλο που η διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων που παρατηρείται στο διαβήτη κύησης συχνά αποδράμει, μέχρι και το 1/3 των γυναικών που πάσχουν από διαβήτη κύησης θα έχουν διαβήτη ή κάποια άλλη διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης σε έλεγχο, ο οποίος συνιστάται στις 6 έως 12 εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Είναι, λοιπόν, εξαιρετικά σημαντικό οι γυναίκες με διαβήτη κύησης να ελέγχονται μετά τον τοκετό για διαβήτη τύπου 2.
Πηγή: Medscape
Ελευθερία & Ανδρέα, να σας ζήσει!!!
- Δημοσιεύθηκε στο Γυναίκα, Σακχαρώδης Διαβήτης
Θυρεοειδής, κύηση και επιπλοκές
Οι έγκυες με νόσο του θυρεοειδούς βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για επιπλοκές, όπως η προεκλαμψία ή ο πρόωρος τοκετός, επιβεβαιώνουν τα ευρήματα μιας νέας αναδρομικής μελέτης που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism.
“Αν και γνωρίζουμε από προηγούμενες μελέτες ότι τα νοσήματα του θυρεοειδούς σχετίζονται με επιπλοκές της κύησης, αυτή η μελέτη είναι η μεγαλύτερη μέχρι τώρα – πάνω από 220.000 κυήσεις,” δήλωσε η επικεφαλής των ερευνητών Tuija Männistö, MD, από τα National Institutes for Health (ΝΙΗ) και το Eunice Kennedy Shriver National Institute of Child Health and Human Development (NICHD), στο Rockville του Maryland.
Το μέγεθος της μελέτης επέτρεψε στους ερευνητές να εξετάσουν σπάνιες συνθήκες, εξήγησε. “Ήμασταν σε θέση να δούμε σπάνιες επιπλοκές της εγκυμοσύνης … και σπάνιες ασθένειες του θυρεοειδούς. Βρήκαμε ότι ο υποθυρεοειδισμός – που οφείλεται σε αυτοάνοση νόσο ή χειρουργική επέμβαση -, αλλά και ο υπερθυρεοειδισμός σχετίζονται με επιπλοκές της κύησης, όπως υπέρταση, καρδιοπάθειες, πρόωρο τοκετό και πρόκληση τοκετού, ενώ ο υποθυρεοειδισμός συσχετίστηκε επίσης με διαβήτη κύησης και καισαρικές τομές.”
“Το πιο νέο εύρημα ήταν ότι τόσο ο υποθυρεοειδισμός όσο και ο υπερθυρεοειδισμός συσχετίστηκαν με πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα εισαγωγής στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ),” πρόσθεσε.
Οι γιατροί πρέπει να γνωρίζουν ότι είναι σημαντικό να παρακολουθούν προσεκτικά τις μέλλουσες μητέρες με νόσο του θυρεοειδούς, καθώς οι γυναίκες χρειάζονται κατάλληλα επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών για να υποστηρίξουν μια υγιή εγκυμοσύνη.
Οι ερευνητές ανέλυσαν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα γυναικών στις Ηνωμένες Πολιτείες που γέννησαν την περίοδο 2002-2008. Εντόπισαν 223.512 εγκυμοσύνες, όπου οι γυναίκες γέννησαν ένα μόνο παιδί, συμπεριλαμβανομένων 216.901 γυναικών που δεν είχαν διαγνωστεί με νόσο του θυρεοειδούς.
Σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν είχαν νόσο του θυρεοειδούς, τα άτομα με πρωτοπαθή υποθυρεοειδισμό είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν προεκλαμψία, διαβήτη κύησης, πρόωρο τοκετό, πρόκληση τοκετού ή καισαρική τομή. Ήταν επίσης διπλάσιες πιθανότητες να γίνουν εισαγωγή στη ΜΕΘ.
Οι γυναίκες με υπερθυρεοειδισμό είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν προεκλαμψία, πρόωρο τοκετό ή/και πρόκληση τοκετού. Ήταν, επίσης, σχεδόν 4 φορές πιο πιθανό να γίνουν εισαγωγή στη ΜΕΘ.
Οι γυναίκες με ιατρογενή υποθυρεοειδισμό (δηλ. χειρουργική αφαίρεση του θυρεοειδούς ή προηγούμενη λήψη ραδιενεργού ιωδίου) είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν αποκόλληση του πλακούντα, οπίσθια προβολή ή/και να υποβληθούν σε καισαρική τομή.
Οι ερευνητές σημείωσαν ότι δεν είχαν πρόσβαση στα δεδομένα θεραπείας, έτσι δεν μπορούσαν να καθορίσουν εάν η επαρκής θεραπεία του θυρεοειδούς θα μπορούσε να μετριάσει τα παραπάνω αποτελέσματα.
“Είναι απαραίτητη η συνέχιση της έρευνας για να διακρίνουμε αν οι γυναίκες με θυρεοειδοπάθεια στην κύηση έχουν υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών λόγω της ίδιας της ασθένειας ή αν η θεραπεία μπορεί πραγματικά να αποτρέψει τις αρνητικές εκβάσεις.”
Πηγή: Medscape
- Δημοσιεύθηκε στο Γυναίκα, Θυρεοειδής
- 1
- 2


